Δευτέρα, Δεκεμβρίου 07, 2009

Και πάλι Δεκέμβρης - Ελπίδα ή Πίστη; (ένα χρόνο μετά)

Αφιερώνω το κείμενο αυτό σε όλες εκείνες και σε όλους εκείνους που ονειρεύονται να υπουργήσουν, δηλαδή, να υπηρετήσουν.
[Συνεχίζοντας στην προηγούμενη ανάρτηση που έπεται]




Τέτοιος καιρός ήταν όταν έγραψα το κείμενο για τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο (δες στις δημοσιεύσεις του ιστολογίου), τέτοιος καιρός ήταν που ξεκίνησε η αγωνία για την υγεία του πατέρα και τέτοιο καιρό δημιούργησα το πρώτο μου ιστολόγιο, το Μetissage. ΄Αρχισα να στήνω τις γέφυρες παρηγοριάς.
Τώρα πάλι Δεκέμβρης. Ο πατέρας (του Αλέξη) δίχως γιο. Κι εγώ (ο γιος) δίχως πατέρα. Στην πρώτη εμφάνιση του τραγικού δεν υπάρχει λέξη - δεν ονοματίζεται στις γλώσσες του κόσμου - που να περικλείει ως χαρακτηριστικό την κατάσταση. Πώς λέγεται ο πατέρας που δεν έχει γιο... Στη δεύτερη εμφάνιση του τραγικού υπάρχει μια λέξη που εμφανίζεται ως θηλυκό ουσιαστικό και ως επίθετο: ορφάνια, ορφανός - αντίστοιχα.
Πρόκειται για εκείνο που είναι ανείπωτο και για εκείνο που μπορεί να ειπωθεί. Πρόκειται για τη δοκιμασία της πίστης όταν ουρλιάζει από απόγνωση η ελπίδα. Φοβάμαι να επεκταθώ γιατί δεν πρέπει να αναλωθώ σε συναισθηματισμούς όπου τα λόγια έρχονται εύκολα και η καπηλεία του συναισθήματος είναι ακόμη πιο εύκολη.
Εδώ - όπως και σε κάθε Δεκεμβριανά στην Αθήνα - έγκειται και η προσπάθεια. Να σκεφτεί κανείς και να νιώσει πέρα από τις ιδιότητες του πατέρα και του γιου, πέρα από τις ιδιότητες που αποδίδουν οι ρόλοι ενός όποιου πολιτισμικού ή κοινωνικού συστήματος συγγένειας. Να αγαπήσει πέρα από ιδιότητες, εκείνες των ρόλων.

Υπήρξαν στιγμές που ο γιος (εγώ) αγάπησα τον πατέρα (μου) εγωτικά. Τον έβλεπα στις εντατικές με την αγωνία - τη δική μου - να μην πάθει κάτι, να κρατηθεί. Τον άφηνα στις εντατικές και περίμενα απέξω με την αγωνία - τη δική μου - να κρατηθεί. Δεν σκεφτόμουν τη δική του αγωνία. Αν ήθελε να φύγει δίχως να πονά ή δίχως να υποφέρει (ευτυχώς έφυγε ήσυχα)... Δε σκέφτηκα αν επιζητούσε να λυτρωθώ από την αγωνία μου...αν αυτό ήταν το βάρος του... να μπορέσει να φύγει ήσυχος, λιγομίλητος και απίστευτα τρυφερός όταν μου χάιδευε το κεφάλι και εγώ του έτριβα τα πόδια για να ξεπιαστεί. Πολύβοος γύρω του αντί σιωπηλός- πολύβοος και αεικίνητος γύρω του λες και με το θόρυβο του επέβαλα να μείνει εδώ κοντά μου. ΄Ετσι εγωτικά αγάπησα τον πατέρα μου. Κι έτσι εγωτικά κάθε πατέρας, ίσως, να αγαπά το γιο του.

΄Ομως μου φαίνεται πως δίχως εγωτισμό αγάπησα εκείνον τον άρρωστο που ο πατέρας μου πρότεινε να φροντίσω - να ησυχάσει και λίγο από την υπερπροσπάθειά μου - στον θάλαμο του Ευαγγελισμού. ΄Εναν μόνο άνθρωπο που τον έφεραν καταπονημένο και εξαντλημένο από αρρώστια και πείνα. ΄Εναν μετανάστη άπορο από την Πολωνία. Ο πατέρας μου με τα λίγα από εδώ κι από εκεί γερμανικά και εκείνος με τα δικά του ελληνικά είχαν αποκτήσει μια δική τους φιλία. Κι έτσι κάθε φορά είχα να περιποιούμαι και τους δυο.
Σε μια τέτοια περίοδο καταλαβαίνει κανείς - αν είναι αλήθεια ότι καταλαβαίνουμε - πόσο δύσκολο είναι να αγαπήσουμε. Το βέβαιο είναι πως σε μια τέτοια περίοδο αντιλαμβάνεται κανείς τη γελοιότητα που έχουν λέξεις και φράσεις γύρω από τα συναισθήματα και τις ανθρώπινες σχέσεις.

Πόσο δύσκολο είναι να αγαπήσουμε δίχως ιδιότητες, αποχωρισμένοι από τη γονική, συζυγική ή όποια ιδιότητά μας.

Πόσο δύσκολο είναι να αγαπήσουμε...





Και είναι πάλι Δεκέμβρης. Μια εικόνα με τραυματίζει. ΄Οταν την τελευταία φορά που άφησα τον πατέρα μου στην εντατική (μετά την τρίτη εισαγωγή του σε αυτή) δεν μπορούσα να είμαι εκεί και να του κρατώ το χέρι. Να φύγει στα χέρια μου. Μετά το απογευματινό επισκεπτήριο τον είδα στον ύπνο μου να σηκώνεται από το κρεβάτι του και ξύπνησα περιμένοντας να με ειδοποιήσουν.
΄Οπως δεν ήταν και ο πατέρας του Αλέξανδρου εκεί, δίπλα του, να του κρατήσει το χέρι. Να του πει να φύγει, να φύγει αν το θέλει και να μη μας σκεφτεί.

Μπορούμε να αγαπήσουμε;

Κι αυτό το ερώτημα είναι που λέω ανείπωτο.

Το αδιανόητο και τρομερό που ισοδυναμεί με Θεοφάνεια ή φορές πάλι με Θεοφαγία.

Το πρώτο με την ευχή της λύτρωσης το δεύτερο με την ευχή της κάθαρσης. Και τα δύο εκφάνσεις του τραγικού αλλά και παύσεις ανάμεσα σε κείμενα και εποχές.

Και είναι πάλι Δεκέμβρης. ΄Εχουμε λέει και στη χώρα μας την ανοιχτή διακυβέρνηση, φίλες και φίλοι σπεύδουν να πιάσουν το νήμα με την νέα πολιτική συγκυρία, κάποιες/οι άλλες/οι σπεύδουν να υποβάλλουν τα δικαιολογητικά τους στις ανοιχτές προκηρύξεις ενώ τα ΜΜΕ διαπιστώνουν πως φέτος οι ζημιές ήταν μικρής έκτασης και τα επεισόδια ελεγχόμενα.

Κι ο πατέρας πορεύεται δίχως γιο. Το Ευαγγέλιο δίχως την προφητεία του. Και ο γιος πορεύεται δίχως πατέρα. Το Ευαγγέλιο δίχως την προφητεία του και πάλι. Στην πρώτη περίπτωση δεν υπάρχει εκείνο το υπεσχημένο, η ιστορία, που δημιουργεί το ανάμεσα στις γενιές και τις στοιχειώνει. Στη δεύτερη περίπτωση δεν υπάρχει η παράδοση άνευ όρων στο πατρικό. Το θέλημα πια δεν έχει το άλλοθι του πατρικού θελήματος. Ο γιος πρέπει να συναντήσει τον πατέρα στον εαυτό του και ο πατέρας πρέπει να νιώσει την απώλεια του γιου στον εαυτό του.

Η ευχή του αύριο πρέπει να γίνει πίστη του σήμερα. Και το σήμερα επιθυμεί την πίστη. Αλλιώς η ελπίδα  κλειστή ψευδαίσθηση.

΄Ενα από τα παιδικά παιχνίδια στον κόσμο των παραμυθιών.

 Πόσο δύσκολο είναι να αγαπήσουμε...Επειδή είναι δύσκολο να αφήσουμε τη ζωή να φύγει από μας, να πάψει να είναι ζωή μας...Να φύγει από μας και να γίνει το σύμπαν όπου μέσα του δανειζόμαστε υπόσταση... γινόμαστε ιστορία.

Κι είναι πάλι Δεκέμβρης...Είναι η Ιστορία που μας κτυπά την πόρτα μπαμπά. Αυτή που θέλει τις χρονολογίες ακριβείς στο μνήμα σου [Απόστολος Ιντζίδης, 1933- 2009]. Είναι η Ιστορία που μας κτυπά την πόρτα Αλέξανδρε. Αυτή που σφραγίζει μια μέρα του Δεκέμβρη, την έκτη του Αγίου Νικολάου, με το σήμα επετείου για το χαμό σου.

Αλλά αν ο πατέρας μου έπαψε πια - εκεί που πήγε - να είναι πατέρας Μου τότε ο Αλέξανδρος, ο γιος, βρίσκει τον πατέρα. Κι ο πατέρας που έμεινε δίχως γιο βρίσκει το γιο του σε εμένα.

Πόσο δύσκολο είναι να αγαπήσουμε...




Και είναι πάλι Δεκέμβρης...Αν ελπίζουμε θα χάνουμε συνεχώς ένα από τα δικά μας και δεν θα βρίσκουμε τίποτα στους άλλους.. Το δικό μας που γεννήθηκε από το ΄Αλλο δεν θα αναγνωρίσει έτσι τον εαυτό του...Και μένει ορφανό το εγώ από εαυτό και ο εαυτός στερημένος από το εγώ του..

Και είναι πάλι Δεκέμβρης... Οι νέοι της χώρας μας άλλοτε φεύγουν αποδεκατισμένοι από ένα φορτηγό γιατί κανείς δεν καταλαβαίνει πως πρέπει να περιμένει και τους άλλους...άλλοτε φεύγουν γιατί κανείς δεν καταλαβαίνει πως πρέπει να περιμένει δίχως βία...
Και είναι πάλι Δεκέμβρης και η ασθένεια πλήττει τα νέα παιδιά... ένας καινούργιος (;) ιός μιας περίεργης πανδημίας...
Και είναι πάλι Δεκέμβρης με τα σχολεία κλειστά...οι γιοι είναι άρρωστοι και οι πατέρες είναι σε απόγνωση για το ψωμί, τη μέριμνα και τη φροντίδα...
Κι οι γιοι είναι δίχως πατεράδες και οι πατεράδες είναι σαστισμένοι δίχως γιους.
Πάλι Δεκέμβρης. Οι φίλοι προστρέχουν για τις διασυνδέσεις τους...Κάποιοι από τους πολιτικούς μας - αυτούς που μας μοιάζουν τόσο, μα τόσο πολύ - θα φωτογραφηθούν ενώ τα ΜΜΕ θα μας τρομάζουν διαρκώς και σχεδόν σαδιστικά θα αναμεταδίδουν την κρίση και την ύφεση...
Πολλοί από εμάς έχουμε χάσει γονείς...και δυστυχώς και αρκετοί από εμάς έχουμε χάσει - κυριολεκτικά ή και μεταφορικά - τα παιδιά τους... ΄Ολοι μας έχουμε αρπαχτεί από το μου και το μας...παλεύουμε να δούμε τι είναι να αγαπάς πέρα από την ανελέητη οικειότητα των ρόλων μας, φίλος ή σύζυγος ή γιος ή πατέρας...
Και είναι πάλι Δεκέμβρης...Στην Ελλάδα, στην Ελλάδα μοίρα μου, χαμηλά πολύ χαμηλά... ως άλλοι ετοιμαζόμαστε να κατασπαράξουμε αλλήλους...με διακηρύξεις ελπίδας... ποια τραγωδία θα είναι η έξοδος από τέτοια τύφλωση...

Δύσκολα αγαπάμε...





Κι όσο αργεί η Ιστορία, αυτή η μορφή της πίστης που δεν γνωρίζει από οικειότητα και ελπίδα, αυτή η αγάπη...
Ο πατέρας πορεύεται δίχως γιο και ο γιος δίχως πατέρα...
Ακόμη κάποιοι ξιπάζονται με την αλλαζονεία του ανθρώπινου - αυτή την αιτιολογία της αμνησίας - και ενδύονται την απώλεια...γυμνοί ενδύονται με τη γύμνια τους...
Είναι ο Δεκέμβρης πάλι...και στη χώρα των νεκρών μιλούν  για ανάσταση

Κύριε...Βοήθησέ με να αποστερηθώ...
Την Ιστορία ζήτησα μη με μαλώνεις με το τέλμα των διαλόγων...
Το  Δεκέμβρη Σου Πατέρα...
΄Ασε μας τουλάχιστον τον Δεκέμβρη Σου

Βαγγέλης Ιντζίδης
Αθήνα, 6 Δεκέμβρη 2009

Δεν υπάρχουν σχόλια: